Ουσιαστικά
Ρήματα
Επίθετα
Επιρρήματα
Ένταση
Αριθμοί
Προθέσεις
Αντωνυμίες
Σύνταξη
Άλλα
Στα γερμανικά, αντανακλαστικά ρήματα είναι εκείνα με την αντανακλαστική αντωνυμία sich (ο ίδιος), η οποία κλίνεται μαζί με το ρήμα για το πρόσωπο.
Person | Reflexivpronomen | Beispiel | Μετάφραση |
---|---|---|---|
ich | mir | Ich wasche mir die Hände. | Πλένω (κυριολεκτικά: πλένω) τα χέρια μου. |
du | dir | Du wäsch(s)t dir die Hände. | Πλένετε (κυριολεκτικά: πλένετε) τα χέρια σας. |
er/sie/es | sich | Er wäscht sich die Hände. | Πλένει τα χέρια του. |
wir | uns | Wir waschen uns die Hände. | Πλένουμε (κυριολεκτικά: οι ίδιοι) τα χέρια μας. |
ihr | euch | Ihr wascht euch die Hände. | Πλένετε (κυριολεκτικά: πλένετε) τα χέρια σας. |
sie/Sie | sich | Sie waschen sich die Hände. | Πλένουν (οι ίδιοι) τα χέρια τους. |
Το umlaut a 👉 ä στο δεύτερο και τρίτο πρόσωπο ενικού αριθμού (du, er/sie/es) είναι αποτέλεσμα της κλίσης του ρήματος waschen. Δεν έχει καμία σχέση με το αναφορικό ρήμα.
Η ανακλαστική αντωνυμία για σχεδόν κάθε πρόσωπο έχει την ίδια μορφή με την προσωπική αντωνυμία, αλλά στο τρίτο πρόσωπο ενικού (er/sie/es) και στο τρίτο πρόσωπο πληθυντικού (sie/Sie), αυτές οι δύο διαφέρουν. Ο πίνακας και τα παραδείγματα που ακολουθούν δείχνουν ποια είναι η διαφορά.
Person | Reflexivpronomen | Personalpronomen |
---|---|---|
ich | mir | mir |
du | dir | dir |
er/sie/es | sich (!) | ihm/ihr/ihm (!) |
wir | uns | uns |
ihr | euch | euch |
sie/Sie | sich (!) | ihnen/Ihnen (!) |
Person | Reflexivpronomen | Beispiel | Μετάφραση |
---|---|---|---|
ich | mich | Ich freue mich. | Είμαι ευτυχισμένος. |
du | dich | Du freust dich. | Εσείς (στον ενικό) είστε ευτυχισμένοι. |
er/sie/es | sich | Er freut sich. | Είναι ευτυχισμένος. |
wir | uns | Wir freuen uns. | Είμαστε ευτυχισμένοι. |
ihr | euch | Ihr freut euch. | Εσείς (στον πληθυντικό) είστε ευτυχισμένοι. |
sie/Sie | sich | Sie freuen sich. | Είναι ευτυχισμένοι. |
Ορισμένα αντανακλαστικά ρήματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν στη δοτική πτώση (Dativ) ή στην αιτιατική πτώση (Akkusativ), π.χ. sich waschen/kämmen/rasieren - πλένω/χτενίζω/ξυρίζομαι (τον εαυτό μου).